Χέρι βάζει το Υπουργείο Οικονομικών στην ιδιωτική περιουσία που παραμένει ανενεργή τα τελευταία χρόνια, προκειμένου να συγκεντρωθούν έσοδα για τη στήριξη οικονομικά αδύναμων κοινωνικών ομάδων.
Από 4 έως 14 δισ. ευρώ εκτιμάται ότι ανέρχεται το ποσό που περιλαμβάνεται σε αδρανείς καταθέσεις, κληροδοτήματα και σχολάζουσες κληρονομιές.
Ως αδρανείς καταθέσεις, σύμφωνα με τη νομοθεσία του 1942, λογίζονται οι καταθετικοί λογαριασμοί που βρίσκονται σε ακινησία για διάστημα μεγαλύτερο των 20 ετών. Στελέχη τραπεζών υποστηρίζουν ότι κάθε χρόνο τα πιστωτικά ιδρύματα καταθέτουν στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους τέτοιου είδους καταθέσεις. Οι περισσότερες από αυτές διατηρούνται παραδοσιακά σε ελληνικές τράπεζες με μακρά ιστορία, όπως η Εθνική, το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, η Εμπορική, η Αγροτική και η Alpha Bank.
Το Υπουργείο Οικονομικών, όμως, καλοβλέπει και το εθνικό... χρυσωρυχείο των σχολαζουσών κληρονομιών. Ακίνητα μεγάλης αξίας, καταθέσεις σε τράπεζες, μετοχές και ομόλογα αποβιωσάντων, οι κληρονόμοι των οποίων δεν βρέθηκαν ποτέ, συνιστούν σχολάζουσες κληρονομιές που με αποφάσεις των κατά τόπους πρωτοδικείων έχουν περάσει προσωρινά σε «κηδεμόνες», συνήθως δικηγόρους ή και δημοσίους υπαλλήλους. Σε πολλές περιπτώσεις -όπως είχε αποκαλύψει η zougla.gr- υπάρχουν αετονύχηδες δικηγόροι που εξαφανίζουν τεράστια ποσά προς ίδιον συμφέρον.
Εγείρονται, ωστόσο, σημαντικά νομικά θέματα συνταγματικότητας για το πότε και κυρίως, για το κατά πόσο μπορεί το κράτος να εκμεταλλευτεί το ιλιγγιώδες συνολικό ποσό, έστω κι αν αυτό βρίσκεται στα αζήτητα εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα. Πολλοί δε υποστηρίζουν ότι ο νόμος του 1942 που καθορίζει την αντιμετώπιση των αδρανών καταθέσεων είναι νόμος έκτακτης περιόδου -η χώρα τελούσε τότε υπό γερμανική κατοχή- και θα πρέπει να επικαιροποιηθεί υπό το πρίσμα του νέου συντάγματος αλλά και των κοινοτικών συμβάσεων για την προστασία της ιδιοκτησίας.
Τι ισχύει βάσει της νομοθεσίας του... 1942
Το Νομοθετικό Διάταγμα 1195 του 1942 «περί παραγραφής υπέρ του Δημοσίου καταθέσεων παρά Τράπεζας και άλλων τινών αξιών και απαιτήσεων» προβλέπει μεταξύ των άλλων στα άρθρα 2, 3 και 4 τα εξής:
«Καταθέσεις εις μετρητά και τόκοι αυτών περιέχονται οριστικώς εις το ελληνικόν Δημόσιον εφόσον αι καταθέσεις επί 20ετίαν αφ' ης απέβησαν διαθέσιμοι υπέρ των δικαιούχων, οι δε τόκοι επί 5ετίαν αφ' ης κατέστησαν απαιτητοί ή εντός οριζόμενης τυχόν βραχυτέρας συμβατικής αποσβεστικής προθεσμίας δεν εζητήθησαν υπό των δικαιούχων ή οπωσδήποτε δεν απετέλεσαν κατόπιν ειδικής αιτήσεως τούτων αντικείμενον πράξεως τινός, συνεπαγούσης μεταβολήν του σχετικού λογαριασμού».
Νομοσχέδιο για τη στήριξη ευπαθών ομάδων
Στην υπηρεσία των ευπαθών ομάδων θέτει η κυβέρνηση 3 εκατ. αδρανείς λογαριασμούς, με ειδικό νομοσχέδιο μέσω του οποίου θα επιχειρηθεί η εκμετάλλευση των προσόδων αυτών για άσκηση κοινωνικής πολιτικής. Το νομοθετικό πλαίσιο, σύμφωνα με το «Κέρδος», θα είναι πιθανότατα έτοιμο αμέσως μετά τις γιορτές και θα προβλέπει τη δημιουργία ειδικού λογαριασμού για τη στήριξη των ομάδων αυτών, ο οποίος θα τηρείται στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους.
Ειδικά για τις αδρανείς καταθέσεις, θα επιτρέπεται η χρήση κεφαλαίων από το ελληνικό Δημόσιο αποκλειστικά και μόνο για ειδικούς σκοπούς στήριξης των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, μετά την παραγραφή των δικαιωμάτων του καταθέτη ή των νόμιμων κληρονόμων του, κατόπιν παρέλευσης ενός χρονικού διαστήματος μικρότερου της 20ετίας που ισχύει σήμερα. Πριν από την εκμετάλλευση των καταθέσεων από το Δημόσιο, ο νόμος θα θέτει ως βασική προϋπόθεση, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, την υποχρέωση των τραπεζών να ενημερώνουν εγγράφως τον καταθέτη ή τους συγγενείς του για την ύπαρξη μη κινούμενου λογαριασμού και το ποσό που τηρείται σε αυτόν τουλάχιστον έξι μήνες πριν από τη συμπλήρωση της 20ετίας.
Με το ίδιο νομοσχέδιο θα καταργείται η παρωχημένη διάταξη που προέβλεπε παραγραφή των δικαιωμάτων του ελληνικού Δημοσίου κατόπιν παρέλευσης δέκα ετών (άρθρο 7 του ΝΔ 1195/1942) από τη συμπλήρωση της πρώτης 20ετίας, εξαλείφοντας έτσι ουσιαστικά τυχόν κίνητρο κάποιων πιστωτικών ιδρυμάτων να επιδιώξουν την καταστρατήγηση του Ν.Δ. 1195/1942.
Η αξιοποίηση των τριών αυτών πηγών κεφαλαίων θεωρείται άμεσης απόδοσης και θα τονώσει τα έσοδα του Δημοσίου τουλάχιστον κατά 4 δισ. ευρώ, από ένα σύνολο τουλάχιστον 10 δισ. ευρώ αναξιοποίητων κεφαλαίων.